- Σοπενχάουερ, Άρτουρ
- (Schopenhauer). Γερμανός φιλόσοφος (Ντάντσιχ 1788 - Φρανκφούρτη επί του Μάιν 1860). Γιος πλούσιου έμπορου της βόρειας Γερμανίας, μετά το θάνατο του πατέρα του εγκαταστάθηκε στη Βαϊμάρη μαζί με τη μητέρα του Γιοχάνα, γνωστή τότε συγγραφέα. Έτσι ήρθε σ’ επαφή με τον κύκλο του Γκέτε κι ο ίδιος ο Γκέτε παρακολουθούσε με συμπάθεια τα επιστημονικά και φιλοσοφικά ενδιαφέροντα του νεαρού Σ., που σπούδασε στα πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν και του Βερολίνου, όπου είχε καθηγητές τον καντιανό Σούλτσε και το Φίχτε. Έπειτα εγκαταστάθηκε στη Δρέσδη, όπου έγραψε το βασικά έργο του Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση, που εκδόθηκε στη Λιψία το 1819. Ταξίδευσε πολύ στην Ιταλία και, ξαναγυρίζοντας στη Γερμανία, επιδίωξε να διοριστεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, αλλά η αντίθεση του προς τις αντιλήψεις του Χέγγελ, που τότε κυριαρχούσε, του δημιούργησε μεγάλες δυσκολίες. Ύστερα από ένα άλλο μεγάλο ταξίδι αποσύρθηκε από τον πανεπιστημιακό κόσμο και εγκαταστάθηκε στη Φρανκφούρτη επί του Μάιν, όπου αφοσιώθηκε σε μελέτες. Τα κατοπινά έργα του Περί της βούλησης στη φύση (1836), Οι βάσεις της ηθικής (1841) και Πάρεργα και Παραλειπόμενα (1851) δεν προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον. Μόνο στα τελευταία χρόνια της ζωής του η αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για την καντιανή φιλοσοφία και η εξασθένηση της επιρροής του Χέγγελ δημιούργησαν το κατάλληλο έδαφος για την αναγνώριση της φιλοσοφίας του, που αποτελεί την ανώτερη έκφραση του παράλογου και της απαισιοδοξίας στη δυτική σκέψη.
Από την καντιανή φιλοσοφία, ο Σ. δέχεται την αντίληψη ότι οι γνώσεις μας είναι γνώσεις του φαινόμενου, «παραστάσεις», αλλά από την αρχή τονίζει το γεγονός ότι σε κάθε αίσθηση μας ενεργεί ήδη η αρχή της αιτίας, που χάρη σ’ αυτήν οι αιτίες των αισθήσεων μας μετατρέπονται πριν από κάθε νοητική διεργασία σε «αντικείμενα εξωτερικά ως προς το υποκείμενο που τα γνωρίζει. Επομένως κάθε αίσθηση ανάγεται άμεσα, και κατά τρόπο μη συνειδητό από τη νόηση, σε μια πραγματικότητα έξω από μας. Αυτό δε σημαίνει πως ο κόσμος είναι μόνο εμφάνιση- αντίθετα μάλιστα, εφόσον κάθε φαινόμενο πρέπει να εξηγείται από ένα άλλο φαινόμενο, η γνώση δεν είναι τίποτε άλλο από ένα προϊόν του εγκεφάλου μας, της «ύλης». Αλλά κι αυτή η υλιστική αντίληψη είναι μια παράσταση, που δε μας λέει «τι πράγμα» είναι αυτό, που μας παρουσιάζεται στο φαινόμενο. Αν εξετάσουμε την εμπειρία μας, βλέπουμε ότι η αληθινή πραγματικότητα είναι η βούληση και επομένως αυτό το «κάτι» που είναι έξω από μας, που το θεωρούμε εξωτερική πραγματικότητα, πρέπει να είναι επίσης βούληση. Επομένως η βούληση είναι το αρχικό φαινόμενο που κάνει νοητά όλα τα άλλα φαινόμενα. Η βούληση είναι μια δύναμη ανεξάρτητη, εξωλογική, αιώνια και αμετάβλητη, που κυριαρχεί παντού, ακόμα και στη γνώση μας, και που είναι η αρχή που μας επιτρέπει ν’ απαντήσουμε στη «μεταφυσική «ανάγκη», να εξηγήσουμε κατά ενιαίο τρόπο την εμπειρία μας, τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική. Τη βούληση αυτή τη «γνωρίζουμε» όπως και τα άλλα φαινόμενα τη διαισθανόμαστε, τη διαπιστώνουμε άμεσα ως ουσία αυτού που μας παρουσιάζεται και συγχρόνως ως ουσία του «γιγνώσκοντος» υποκιμένου. Η βούληση είναι το καντιανό «πράγμα καθ’ εαυτό», το «νοούμενο».
Η βούληση παρουσιάζεται στο βάθος κάθε πραγματικότητας, κατευθύνει τις γνώσεις μας, είναι η θέληση της ζωής, η τάση, η επιδίωξη, η δύναμη που κινεί όλη τη φύση, τα ζώα και τον άνθρωπο. Αντικειμενοποιείται σε μια σειρά βαθμίδων στον κόσμο, από τις πιο στοιχειώδεις φυσικές μορφές ως τη συνείδηση. Τείνει προς την ύπαρξη και η πολλαπλότητα του κόσμου βρίσκει την εξήγησή της στην τάση αυτή, γιατί η δύναμη αυτή δε σταματά και δεν εξαντλείται σε καμιά μορφή, μη έχοντας άλλο σκοπό από το ίδιο τον εαυτό της, πράγμα που την ωθεί προς μια αιώνια κίνηση συντήρησης. Κάθε μορφή τείνει, για την αυτοσυντήρηση της, προς την καταστροφή των άλλων μορφών, που της παρουσιάζονται ως εμπόδιο στη δική της συντήρηση. Αυτό το όραμα του σύμπαντος μόνο κατ’ επίφαση είναι δυναμικό, γιατί στην πραγματικότητα ο Σοπενχάουερ δε δίνει πραγματική συνοχή και γίγνεσθαι στις διάφορες ροπές και μορφές της φύσης: τα είδη είναι κάτι σαν τις πλατωνικές ιδέες στις οποίες αντικειμενοποιείται η βούληση· δεν υπάρχει εξέλιξη, ανέλιξη.
Στη βούληση βρίσκεται επίσης και η μεταφυσική ρίζα της ηθικής. Το καλό και το κακό είναι απλά πλάσματα, αλλά η ηθική σκέψη μόνο μας λυτρώνει, διδάσκοντας μας τον οίκτο και τη συμπάθεια προς όλους.
Η θέληση κυριαρχεί στα πάντα, κινεί το άτομο με την ελπίδα της ικανοποίησης της ασίγαστης ανάγκης που το βασανίζει: αλλά ο φιλόσοφος βλέπει ότι αυτή η ελπίδα ικανοποίησης είναι απατηλή, γιατί η ικανοποίηση μιας ανάγκης συνεπάγεται την εμφάνιση μιας άλλης ανάγκης, σε μια ατελείωτη σειρά, έτσι που μόνο το αίσθημα του πόνου είναι θετικό, ενώ η ευχαρίστηση είναι μια μεταβατική κατάσταση, αρνητική. Για να ξεφύγουμε από τον πόνο, ο μόνος δρόμος είναι επομένως η απελευθέρωση από τη βούληση. Ένας δρόμος για την απελευθέρωση αυτή είναι η τέχνη. Στην ενατένιση του έργου τέχνης το άτομο δεν επιδιώκει πια ένα σκοπό, έξω από την αφιλοκερδή ενατένιση. Αλλά η καλλιτεχνική ενατένιση απαιτεί ένταση που δεν είναι όλοι ικανοί να φτάσουν και να διατηρήσουν. Η βούληση με την ώθησή της τη διασπά εύκολα. Μόνο η μεγαλυφυϊα μπορεί να φτάσει σε μια σχετική απελευθέρωση με το έργο τέχνης, ποτέ όμως στην πλήρη απελευθέρωση. Η εξαφάνιση του πόνου μπορεί να είναι απόλυτη μόνο εκεί που εξαφανίζεται η βούληση.
Αυτή είναι η μεγάλη μύηση του βουδισμού και του αρχέγονου χριστιανισμού. Ο ασκητής που συνέλαβε την ψευδαίσθηση του κόσμου της ζωής, του «πέπλου της Μάγιας» (είναι η έκφραση της ασιατικής σκέψης που γοήτευσε το Σ.) δεν έχει κανένα λόγο να θέλει, και η βούληση μετατρέπεται σε μη βούληση. Ο ασκητισμός δεν είναι εδώ αποκέντρωση του σώματος για την κατάκτηση της υπέργειας ευτυχίας, αλλά η κατάκτηση της μη βούλησης που επιτρέπει να φτάσουμε στη νιρβάνα, την κατάσταση της μακαριότητας εκείνων που απελευθερώθηκαν από τη βούληση.
Ο Γερμανός φιλόσοφος Άρτουρ Σοπενχάουερ σε προσωπογραφία του Λούντβιχ Ρούλερ. (Δημοτική και Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη, Βερολίνο)
Dictionary of Greek. 2013.